Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

assisted dying


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο assist παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: assisted | dying

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
assist [sb] vtr (help)βοηθάω, βοηθώ ρ μ
  (σε κάποιον)παρέχω βοήθεια, προσφέρω βοήθεια περίφρ
 Eva assists elementary school children with their homework every Tuesday afternoon.
 Η Εύα βοηθά παιδιά του δημοτικού με το διάβασμά τους κάθε Τρίτη απόγευμα.
assist in [sth] vi + prep (help with) (σε κάτι, με κάτι)βοηθάω, βοηθώ ρ αμ
 Officer Blue assisted in the recent murder investigation.
 Ο Αστυνόμος Μπλου βοήθησε στην πρόσφατη εξιχνίαση φόνου.
assist in doing [sth] v expr (participate, help with) (να γίνει κάτι)βοηθάω, βοηθώ ρ μ
 A passerby assisted in giving the woman medical attention.
assist [sb] in doing [sth] v expr (help to do)βοηθάω κτ να κάνει κτ, βοηθώ κπ να κάνει κτ έκφρ
 Naomi's cousins assisted her in making preparations for the wedding.
assist with [sth] vi + prep (help with)βοηθάω με κτ, βοηθώ με κτ ρ αμ + πρόθ
 Rupert teaches French at the college; he sometimes assists with Spanish lessons too.
assist [sb] with [sth] vtr + prep (help to do)βοηθάω κπ με κτ, βοηθώ κπ με κτ ρ μ + πρόθ
 We persuaded a neighbour with a large van to assist us with our move.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
assist n (sports)ασίστ ουσ θηλ άκλ
 Martin came in with an assist, allowing Tim to score a goal.
assist vi (sports)κάνω ασίστ περίφρ
 No one was there to assist, and the team lost the point.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση assisted dying στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «assisted dying».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!